Διευθύνσεις
1. Ασκληπιού 70, Μυτιλήνη, 81100
2. Καλλονή 81107
3. Μυρακτής 7, Νέα Σμύρνη, 17121
Ώρες Λειτουργίας
Δευ-Παρ: 09:00-21:00
Σαββατο: 10:00-14:00
Φυσικοθεραπεία Πάρκινσον

Φυσικοθεραπεία για τους Ασθενείς με Πάρκινσον

Η νόσος του Πάρκινσον είναι από τις πιο συχνές νευρολογικές ασθένειες. Όπως σε όλες τις εκφυλιστικές καταστάσεις, η έναρξη είναι ύπουλη και τη στιγμή που ο ασθενής ζητά ιατρική συμβουλή, είναι συχνά πιθανό να αναφέρει ιστορικό μερικών μηνών ή ακόμα και ετών. Η νόσος αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως νόσος φθοράς. Δηλαδή εμφανίζεται όταν κάποια συγκεκριμένα κύτταρα του εγκεφάλου δεν μπορούν πλέον να παράγουν ντοπαμίνη. Για τον λόγο αυτό, η πιθανότητα να εμφανίσει κανείς Πάρκινσον αυξάνεται με την ηλικία.

Σαν πιθανές αιτίες της νόσου εμφανίζονται η αρτηριοσκλήρωση, ο αλκοολισμός, η χρήση ναρκωτικών ουσιών, οι μεταβολικές διαταραχές, οι τοξικές ουσίες (όπως για παράδειγμα το μαγγάνιο και η τοξίνη ΜΡΤΡ), η λήψη φαρμάκων (κυρίως νευροληπτικά), ο όγκος του εγκεφάλου, καθώς και η πρόωρη γήρανση των νευρώνων της μέλαινας ουσίας. Τέλος, η ύπαρξη κληρονομικής επιβάρυνσης στη νόσο δεν έχει αποδειχθεί και δε φαίνεται πιθανή.

Δεν υπάρχει μέχρι στιγμής θεραπεία της νόσου ή ένας τρόπος αποτροπής της εξέλιξης της νόσου. Υπάρχουν όμως αρκετά φάρμακα που βελτιώνουν σημαντικά τα συμπτώματα για πολλά χρόνια, βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα ζωής. Η φαρμακευτική θεραπεία στηρίζεται στην αναπλήρωση των επιπέδων ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Υπάρχει, επίσης, και η χειρουργική αντιμετώπιση, όταν τα φάρμακα έχουν μεν δράση, αλλά δεν ελέγχουν συνεχώς τα συμπτώματα. Οι ασθενείς πρέπει να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια για να είναι κατάλληλοι για την χειρουργική αντιμετώπιση. Η φυσική άσκηση επίσης έχει αποδειχτεί ότι βοηθά πολύ στον έλεγχο των συμπτωμάτων και την ευεξία.

Συμπτώματα

Η νόσος εμφανίζεται αρχικά με τον συνδυασμό δυο συμπτωμάτων, της βραδυκινησίας και της δυσκαμψίας ή του τρόμου και της δυσκαμψίας και καθώς εξελίσσεται εμφανίζονται σιγά – σιγά όλες οι χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της νόσου. Συχνότερα εμφανίζεται την έκτη και έβδομη δεκαετία της ζωής και προσβάλλει και τα δύο φύλα εξίσου. Μπορεί, όμως, να εμφανίζεται σχεδόν σε οποιαδήποτε ηλικία αν και είναι πολύ σπάνιο κάτω από τα τριάντα. Όσο αυξάνεται η ηλικία τόσο αυξάνεται και η συχνότητα.

Ουσιαστικά, η έναρξη της νόσου είναι βραδεία και η πορεία προοδευτική. Τα αρχικά συμπτώματα δεν είναι χαρακτηριστικά. Παρατηρούνται διάχυτη πόνοι, κυρίως στους ώμους, οφειλόμενοι στην υποκινησία των αρθρώσεων, αίσθημα κόπωσης και μείωση των καθημερινών δραστηριοτήτων. Ο ασθενής παραπονείται ότι έγινε αργός και δυσκίνητος, αλλά συχνά αποδίδει τις ενοχλήσεις στη μεγάλη του ηλικία. Όταν η νόσος εγκατασταθεί, τότε παρατηρείται η χαρακτηριστική τετράδα των συμπτωμάτων: βραδυκινησία, τρόμος ηρεμίας, δυσκαμψία, καθώς και απώλεια διορθωτικών αντιδράσεων.

Συχνά είναι επίσης και τα μη κινητικά συμπτώματα, όπως η δυσκοιλιότητα, οι διαταραχές ούρησης (συχνουρία, νυκτουρία, επιτακτική ούρηση), οι διαταραχές όσφρησης και η κατάθλιψη, τα οποία μπορεί να προϋπάρχουν των κινητικών εκδηλώσεων. Με την πάροδο του χρόνου, και κυρίως όταν η νόσος αρχίσει σε μεγάλη ηλικία, είναι πολύ συνηθισμένη η εμφάνιση άνοιας (περίπου στους μισούς ασθενείς έπειτα από 15 έτη παρακολούθησης) που συχνά συνοδεύεται από οπτικές ψευδαισθήσεις.

Διαγνωστική Προσέγγιση

Η διάγνωση της νόσου γίνεται μόνο με την κλινική εξέταση. Ένας έμπειρος νευρολόγος είναι σε θέση να κάνει διάγνωση της νόσου μέσω των συμπτωμάτων του ασθενή και της κλινικής εξέτασης. Δεν υπάρχει καμία εργαστηριακή εξέταση που να επιβεβαιώνει τη νόσο.

Υπάρχουν μόνο, εξετάσεις που συστήνει ο νευρολόγος για να αποκλείσει άλλες παθήσεις που μοιάζουν με την νόσο του Πάρκινσον.

Η νόσος του Parkinson διακρίνεται σε ιδιοπαθή και δευτεροπαθή.

Η ιδιοπαθής νόσος του Parkinson είναι μια προοδευτικά εξελισσόμενη νόσος με κύριες εκδηλώσεις τον τρόμο ηρεμίας, την δυσκαμψία, τη βραδυκινησία και την απώλεια των αντανακλαστικών στάσεων (διορθωτικών στάσεων). Πρακτικά πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δυο από τα παραπάνω κύρια συμπτώματα για να τεθεί η διάγνωση της νόσου.

Ο δευτεροπαθής Παρκινσονισμός παρουσιάζει παρόμοια κλινική εικόνα με τον ιδιοπαθή και προκαλείται από παράγοντες όπως λοιμώξεις (εγκεφαλίτιδες από ιούς), τοξικές ουσίες, όγκους εγκεφάλου κ.ά.

Κάθε ασθενής έχει διαφορετική εξέλιξη. Ακόμα, η εξέλιξη μπορεί να σταματήσει για άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα. Μπορεί να είναι αργή και ήπια, ή χωρίς εμφανή λόγο να οδηγήσει σε σημαντική επιδείνωση.

Πρόληψη

Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί καμία σίγουρη μέθοδος πρόληψης της νόσου. Επομένως η έγκαιρη ή μάλιστα η πρώιμη διάγνωση, δεν βοηθά σε τίποτα. Δεν υπάρχει τρόπος να ανατραπεί ούτε ακόμα και να καθυστερήσει η εξέλιξη της νόσου. Ούτε η πρώιμη φαρμακευτική αγωγή ούτε κάποια άσκηση ή ειδική διατροφή έχει αποδειχθεί ότι επιβραδύνει την πρόοδο της αναπηρίας που επιφέρει σε βάθος χρόνου η νόσος.

Αντίθετα υπάρχουν ενδείξεις ότι η πρώιμη χορήγηση ντοπαμίνης ή αναλόγων φαρμάκων που κάνουν την δουλειά της ντοπαμίνης και λέγονται αγωνιστές της ντοπαμίνης, μπορεί να ευοδώσουν την φθορά των συγκεκριμένων κυττάρων. Για τον λόγο αυτό δεν χρειάζεται βιασύνη στην θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου. Η αυτοσυγκράτηση και η όσο το δυνατόν πιο συντηρητική φαρμακευτική αγωγή, αποτελούν την καλύτερη στρατηγική στη νόσο Πάρκινσον.

Φυσικοθεραπευτική Αντιμετώπιση

Το τρέχον πρότυπο φυσικοθεραπευτικής παρέμβασης σε ασθενείς με Πάρκινσον, είναι βασισμένο στην υπόθεση ότι η φυσιολογική κίνηση μπορεί να αποκτηθεί με την διδασκαλία. Η γνώση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των κινητικών διαταραχών στους παρκινσονικούς ασθενείς αποτελεί την αφετηρία για τον σχεδιασμό του προγράμματος αποκατάστασης. Οι περισσότεροι ασθενείς με Πάρκινσον παρουσιάζουν δυσκολία στο περπάτημα σε κάποια στάδια της νόσου. Η χρήση εξωτερικών ερεθισμάτων και γνωστικών στρατηγικών είναι οι κυρίως θεραπευτικές επιλογές του φυσικοθεραπευτή για την διαταραχή στη βάδιση. Συνεπακόλουθα, η κατάργηση των πτώσεων αποτελεί έναν σημαντικό στόχο της φυσικοθεραπείας, κυρίως στους ασθενείς στα τελευταία στάδια της νόσου. Ακόμη, η πρόληψη της μυϊκής αδυναμίας και ατροφίας, του περιορισμένου εύρους κίνησης και της μειωμένης ικανότητας άσκησης, είναι ένας κύριος στόχος της φυσικοθεραπείας στον παρκινσονικό ασθενή. Συνεχή φυσιοθεραπεία δεν είναι απαραίτητη, αλλά συχνές συναντήσεις και συμβουλές είναι πολύτιμες.

Η γήρανση, οι τυχόν ταυτόχρονες παθολογικές καταστάσεις και οι δευτεροβάθμιες προσαρμοστικές αλλαγές στο μυοσκελετικό και καρδιαγγειακό σύστημα, είναι επίσης πολύ σημαντικά θέματα κατά τον σχεδιασμό του φυσικοθεραπευτικού προγράμματος. Επειδή το Πάρκινσον, σε γενικές γραμμές εξελίσσεται αργά, οι ασθενείς και οι οικογένειές τους πρέπει να υποστηρίζονται στην ανάπτυξη προγραμμάτων, που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την μακροπρόθεσμη θεραπεία. Αυτή η υποστήριξη μπορεί να τους βοηθήσει στο να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για την αντιμετώπιση της υγεία και της καλής τους κατάστασης γενικά.

Πηγές
de Goede G.J.T., Keus S., Kwakkel G., & Wagenaar R., (2001). The effects of physical therapy in Parkinson’s Disease: A research synthesis, Archives of Physical Medicine and Rehabilitation, 82(4): 509 – 515.
Kwakkel G., de Goede G.J.T., & van Wegen E., (2007). Impact of physical therapy for Parkinson’s disease: A critical review of the literature, Parkinsonism & Related Disorders, 13(3): 478 – 487.